page contents

20170423

Κωνσταντίνος Καραμανλής: 19 χρόνια από το θάνατο του

Συμπληρώνονται σήμερα 19 χρόνια από το θάνατο του Κωνσταντίνου Καραμανλή, του ηγέτη της κεντροδεξιάς και ιδρυτή της Νέας Δημοκρατίας, που έλαβε τον τίτλο του Εθνάρχη για τον καθοριστικό του ρόλο στη Μεταπολίτευση και την αποκατάσταση της Δημοκρατίας.

Με αφορμή την επέτειο πραγματοποιήθηκε μνημόσυνο στο
Ίδρυμα Καραμανλή στη Φιλοθέη.
Όταν γεννήθηκε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στις 8 Μαρτίου του 1907, η γενέτειρά του, η Πρώτη Σερρών, λεγόταν ακόμη Κιούπκιοϊ και ανήκε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Όταν έφυγε από τη ζωή στις 23 Απριλίου του 1998, η Ελλάδα είχε μπει στην ΕΟΚ με τη δική του καθοριστική συμβολή και είχε μεσολαβήσει η Μεταπολίτευση, με την οποία συνέδεσε εν τέλει το όνομα και την υστεροφημία του.
Ο πρωτότοκος γιος του δημοδιδάσκαλου Γιώργου Καραμανλή (ο μεγαλύτερος από επτά αδέρφια) έμελλε να σημαδέψει την πολιτική ζωή της χώρας. Η πολιτική του πορεία χωρίζεται σε δύο μεγάλες περιόδους: Προ της Χούντας και μετά. Η δεύτερη περίοδος ήταν αυτή που του χάρισε την αναγνώριση ακόμη και των αντιπάλων του, καθώς ήταν το πρόσωπο που συνδέθηκε με τη Μεταπολίτευση. Στο δίλημμα “Καραμανλής ή τανκς” ο λαός επέλεξε Καραμανλή, ο οποίος ανέλαβε το δύσκολο εγχείρημα της μετάβασης στην ομαλότητα μετά την επταετή δικτατορία και τη μετεμφυλιακή και εμφυλιακή περίοδο που είχε προηγηθεί:
Νομιμοποίησε το ΚΚΕ, έλυσε το πολιτειακό με το δημοψήφισμα που έβαλε τέλος στη βασιλεία, προχώρησε στο νέο Σύνταγμα προεδρευομένης κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, ανέστειλε την εκτέλεση των πρωταίτιων της δικτατορίας με την ιστορική φράση “και όταν λέμε ισόβια, εννοούμε ισόβια, κατηγορήθηκε ως “σοσιαλμανής” για την οικονομική του πολιτική η οποία είχε ως στόχο να αντιμετωπίσει τη ζημία που έκανε και στην οικονομία η Χούντα παραδίδοντας αυξημένο ως ποσοστό το ΑΕΠ χρέος, έβγαλε την Ελλάδα από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ μετά την τουρκική εισβολή και την έβαλε στην ΕΟΚ δηλώνοντας: “Ανήκομεν εις την Δύσιν”.
Ο Καραμανλής της Μεταπολίτευσης επισκίασε έτσι τον Καραμανλή της μετεμφυλιακής περιόδου, καθώς η δράση του μετά το 1974 κάλυψε τις κατηγορίες των αντιπάλων του του (παπανδρεϊκού) Κέντρου για το παρελθόν, που περιελάμβαναν επιθέσεις για εκλογές “βίας και νοθείας” και για την υπόθεση Λαμπράκη.
Ποιος κυβερνά επιτέλους αυτό τον τόπο;

Το 2013, στα 15 χρόνια από το θάνατο του Κωνσταντίνου Καραμανλή και στα 50 χρόνια μετά τη δολοφονία του βουλευτή της ΕΔΑ Γρηγόρη Λαμπράκη, η πρώην γενική γραμματέας του ΚΚΕ Αλέκα Παπαρήγα αναγνώρισε από βήματος της Βουλής, ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και η προδικτατορική ΕΡΕ δεν είχαν σχέση με το έγκλημα των παρακρατικών της εποχής. Μάλιστα χαρακτήρισε τον Καραμανλή εκσυγχρονιστή και μεταρρυθμιστή της Ελλάδας, ασκώντας βέβαια κριτική από κομμουνιστική σκοπιά.
Το βράδυ της 22ας Μαΐου του 1963 οι παρακρατικοί Γκοτζαμάνης και Εμμανουλίδης, επιβαίνοντας σε ένα τρίκυκλο, εξαπέλυσαν δολοφονική επίθεση κατά του δημοφιλούς βουλευτή της Αριστεράς.
Ο «τίγρης» Χατζηαποστόλου πήδηξε στην καρότσα του τρίκυκλου οδηγώντας στη σύλληψη του Κοτζαμάνη και αυτό σε συνδυασμό με την έρευνα τριών δημοσιογράφων του Γιώργου Ρωμαίου (Βήμα) Γιάννη Βούλτεψη (Αυγή) και Γιώργου Μπέρτσου (Ελευθερία) καθώς και του νεαρού τότε ανακριτή Χρήστου Σαρτζετάκη αποκάλυψαν τη λειτουργία των παρακρατικών μηχανισμών. Ο Γεώργιος Παπανδρέου κατηγορεί τον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή ως ηθικό αυτουργό, κάτι που εξόργισε το Σερραίο, ο οποίος έλεγε ότι πρωτίστως η κυβέρνηση είχε να χάσει, όπως και πράγματι έχασε τις εκλογές, με τον Καραμανλή να φεύγει για την πρώτη περίοδο αυτοεξορίας στο Παρίσι.
Τρεις ημέρες μετά την επίθεση και ενώ ο Γρηγόρης Λαμπράκης είναι σε μηχανική υποστήριξη ο τότε αρχηγός της ΚΥΠ περιέγραφε -όπως διηγείται ο Γιάννης Βούλτεψης- στον Καραμανλή την “επικίνδυνη ατμόσφαιρα” στη Θεσσαλονίκη. Ο Καραμανλής χτυπά τη γροθιά του στο τραπέζι και φωνάζει: “Πολλά πράγματα έχουν γίνει εν αγνοία μου τον τελευταίο καιρό... Θέλω να μάθω, κύριε Νάτσινα, ποιός κυβερνά επιτέλους αυτό τον τόπο”.
Η φράση “ποιος κυβερνά αυτό τον τόπο” έμεινε στην ιστορία. Η κ.Παπαρήγα το 2013 συμφώνησε ότι “δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να συνδέει τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και την ΕΡΕ με τη δολοφονία Λαμπράκη”, έκανε όμως λόγο για πολιτικές ευθύνες και είπε πως “όλα τα στοιχεία δείχνουν, παρότι δεν έχει ολοκληρωθεί η έρευνα, ότι το ξεκίνημα αυτής της συνομωσίας ήταν το Παλάτι”.

Ενημέρωση του Κ. Καραμανλή στη Βουλή επί των ελληνοτουρκικών, 16 Μαρτίου 1978
Η πρώην γενική γραμματέας του ΚΚΕ σημείωσε ότι το 1962 ο Καραμανλής είχε καταλήξει σε δύο συμπεράσματα:
“Το ένα ήταν ότι έπρεπε να πάρει προβάδισμα η εκτελεστική εξουσία, άρα και το Κοινοβούλιο έναντι του Θρόνου και του Στρατού, που ήταν κέντρα εξουσίας, σε αντίθεση βεβαίως με τους μη εκσυγχρονιστές και μεταρρυθμιστές που ήθελαν να παραμείνει το πράγμα όπως είχε τα πρώτα χρόνια μετά τη λήξη του Εμφυλίου”, ανέφερε.
“Ταυτόχρονα, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής συνειδητοποιούσε ότι δεν μπορούσε να περιμένει και πολλά από τα αμερικάνικα κεφάλαια των Ηνωμένων Πολιτειών και την καπιταλιστική ανάπτυξη στην Ελλάδα –όχι απλώς για τα κέρδη, αλλά για τη διευρυμένη αναπαραγωγή του κεφαλαίου- και έπρεπε να προσανατολιστεί προς την ΕΟΚ”, πρόσθεσε.
Η κ.Παπαρήγα είπε μάλιστα ότι: “Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής θεωρείται από όλες τις πτέρυγες της Βουλής ως εκσυγχρονιστής και μεταρρυθμιστής. Και εμείς του το αναγνωρίζουμε, μόνο που ακριβώς ο Κωνσταντίνος Καραμανλής άνοιξε μια διαπάλη, η οποία από ό,τι φαίνεται ολοκληρώθηκε την περίοδο της χούντας, διαπάλη η οποία υπήρχε με φόντο πάντα την ταξική πάλη και τους αγώνες, αλλά υπήρχε και μια οξύτατη διαπάλη μέσα στους κόλπους της αστικής τάξης και μέσα στο πολιτικό σύστημα για τον εκσυγχρονισμό και την μεταρρύθμισή του”.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής άλλωστε ήταν αυτός που το 1974 νομιμοποίησε το ΚΚΕ με την κατάργηση του νόμου 509. Ήταν η πρώτη κίνηση που έκανε για να θεμελιώσει τη Μεταπολίτευση, πριν καν διεξαχθούν οι πρώτες ελεύθερες εκλογές (πραγματοποιήθηκαν στις 17 Νοεμβρίου του 1974 ενώ το ΦΕΚ που νομιμοποιούσε το ΚΚΕ υπεγράφη στις 23 Σεπτεμβρίου του 1974) και πριν προχωρήσει στο νέο Σύνταγμα της χώρας. Αντιλαμβανόταν ότι η νομιμοποίηση του ΚΚΕ ήταν προαπαιτούμενο για την ομαλοποίηση του πολιτικού βίου της χώρας και την αποκατάσταση της Δημοκρατίας, στην οποία δεν μπορεί να απαγορεύονται κόμματα εφόσον δεν κινούνται για βίαιη κατάληψη της εξουσίας.
Θα μας φάνε ζωντανούς...

H επιστροφή του Κωνσταντίνου Καραμανλή κατά τη Μεταπολίτευση δεν ήταν εύκολη υπόθεση, ούτε ακίνδυνη για τον ίδιο. Γυρνούσε σε μία χώρα όπου το χουντικό καθεστώς κατέρρεε μεν, αλλά εξακολουθούσε να έχει βαθιές ρίζες ειδικά στα σώματα ασφαλείας. Όταν έφτασε από το Παρίσι στο αεροδρόμιο, μέσα στην κοσμοσυρροή και τον πανικό, ο αδελφός του Αχιλλέας δεν κατάφερε να μπει στο ίδιο αυτοκίνητο και επιβιβάστηκε σε ένα άλλο όχημα της αστυνομίας που ακολουθούσε εκείνο στο οποίο επέβαινε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.
Από τον ασύρματο άκουγε αστυνομικούς που χρησιμοποιούσαν τη συχνότητα για να επικοινωνούν μεταξύ τους και οι οποίοι ήταν επιφορτισμένοι με την τήρηση της τάξης την ιστορική εκείνη ημέρα, να βρίζουν τον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Όταν έφτασαν στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετάνια, ο Αχιλλέας είπε στον αδελφό του: “Θα μας φάνε ζωντανούς...” Αμέσως μετά επικοινώνησε με τις Σέρρες και ζήτησε να έλθουν στην Αθήνα αστυνομικοί, γνωστοί επί σειρά ετών και απολύτου εμπιστοσύνης της οικογένειας Καραμανλή, για να συγκροτήσουν την προσωπική φρουρά του.
Η αίσθηση του κινδύνου δεν τους εγκατέλειψε για πολλούς μήνες ακόμη. Πολλές φορές τις νύχτες ο Κωνσταντίνος Καραμανλής μαζί με τον αδελφό του έφευγαν κρυφά από το Μεγάλη Βρετάνια και κοιμόντουσαν σε θαλαμηγούς φίλων, υπό την προστασία του πολεμικού ναυτικού, που ήταν και το μόνο σώμα το οποίο εμπιστεύονταν. Αυτό γινόταν υπό τέτοια μυστικότητα, που μία φορά ο υπουργός Δημόσιας Τάξης της κυβέρνησης εθνικής ενότητας Σόλων Γκίκας, αφού έψαχνε επί μία νύχτα τον Κωνσταντίνο Καραμανλή στο ξενοδοχείο του ματαίως, την επομένη του είπε: “Σε παρακαλώ, τουλάχιστον εμένα να με ενημερώνεις που κοιμάσαι ”.
Ο Μίκης Θεοδωράκης χρόνια αργότερα αποκάλυψε πως όταν επισκέφθηκε τον Καραμανλή στο Μεγάλη Βρετάνια αμέσως μετά την πτώση της Χούντας και την επιστροφή του, αναγνώρισε κάποιους από τους αστυνομικούς της φρουράς, που είχε τοποθετηθεί απ έξω: Ήταν οι δικοί του πρώην δεσμώτες και βασανιστές. Τους ρώτησε: “Εσείς εδώ;” για να λάβει την απάντηση: “Αλλάξανε τα πράγματα...” Μπήκε ανήσυχος μέσα και το είπε στον Καραμανλή, από τον οποίο προσδοκούσαν άπαντες να διασφαλίσει την ομαλή μετάβαση στη Δημοκρατία. Στο Μίκη Θεοδωράκη αποδιδόταν εξάλλου η φράση “Καραμανλής ή τανκς”, στην οποία είχε συμπυκνωθεί το δίλημμα εκείνων των ημερών.
Αν με δολοφονούσαν εκείνη την ημέρα, θα έφευγα ευτυχισμένος

Οι εναπομείναντες χουντικοί δεν ήταν ενθουσιασμένοι με την επιστροφή Καραμανλή, ο λαός όμως ήταν, διότι σηματοδοτούσε και την ελπίδα για Δημοκρατία. Αυτό φάνηκε χαρακτηριστικά όταν στο τέλος Αυγούστου του 1974 ο Κωνσταντίνος Καραμανλής αποφασίζει να ανέβει στη Βόρεια Ελλάδα και να μιλήσει στους Θεσσαλονικείς. Δεν πρόκειται για προεκλογική συγκέντρωση, αφού ακόμη δεν έχουν προκηρυχθεί οι πρώτες ελεύθερες εκλογές. Είναι όμως η πρώτη του εμφάνιση στη γενέτειρα του Μακεδονία από τις εκλογές του 1963. Η συγκέντρωση είναι πρωτοφανής σε όγκο και σε παλμό. Ο κόσμος έχει γεμίσει τους δρόμους σχεδόν όλου του κέντρου της πόλης. Ο Καραμανλής βγαίνει στο μπαλκόνι και λέει “Θεσσαλονικείς ήρθα”. Το πλήθος παραληρεί σε βαθμό, που αναγκάζεται να πει 11 φορές την ίδια φράση, μέχρι να καταφέρει να ξεκινήσει την ομιλία του.
Ο Καραμανλής εξομολογήθηκε αργότερα στο Γιάννη Βαρβιτσιώτη (γεγονός που ο πρώην υπουργός αναφέρει στο βιβλίο του “Όπως τα έζησα, 1961-1981): “Γιάννη, αυτή η υποδοχή, αυτή η συγκέντρωση στη Θεσσαλονίκη υπήρξε κάτι το πρωτόγνωρο για εμένα. Έκτοτε σκέφτηκα πολλές φορές γιατί δεν πέθανα εκείνο το βράδυ εκεί. Γιατί δε βρέθηκε κάποιος αμετανόητος να με δολοφονήσει. Θα έφευγα ευτυχισμένος, αφού ήταν η ωραιότερη ημέρα της ζωής μου...”
Σε εκείνη την ιστορική συγκέντρωση, το ακροατήριο περιελάμβανε πολίτες από όλο το πολιτικό φάσμα χωρίς κομματικά πανό. Το μπλοκ των κνιτών, στο οποίο βρισκόταν μεταξύ άλλων ο μετέπειτα υπουργός των κυβερνήσεων Γ.Παπανδρέου και Α.Σαμαρά, Ανδρέας Λοβέρδος φώναζε συνθήματα “για μία Νέα Ελλάδα, για μία Νέα Δημοκρατία”. Το δεύτερο το χρησιμοποίησε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ως όνομα του κόμματος που ίδρυσε, το πρώτο είχε υιοθετήσει ένα διάστημα ο Σαμαράς ως πλατφόρμα ενός νέου κόμματος που τελικά δεν προχώρησε.

Επίσκεψη του Κ. Καραμανλή στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, 6 Δεκεμβρίου 1991
Ακόμη και η πραγματική ιστορία πίσω από το όνομα της Νέας Δημοκρατίας δεν ήταν ευρύτερα γνωστή για πολλά χρόνια, καθώς επικρατούσε η εκδοχή πως ο Κωνσταντίνος Καραμανλής το “δανείστηκε” από τον τίτλο ενός περιοδικού, ενώ “Νέα Δημοκρατία” λέγεται ένα βιβλίο του Μάο Τσε Τουνγκ, το οποίο ο Εθνάρχης είχε διαβάσει στο Παρίσι και τον τίτλο του οποίου είχε συγκρατήσει διότι του άρεσε σαν μήνυμα και ιδέα, όπως επιβεβαιώνεται στο βιβλίο του Μανώλη Κοττάκη “Καραμανλής off the record”.
Η ίδρυση ενός νέου κόμματος ήταν κάτι που απασχολούσε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή πολύ καιρό πριν και το είχε συζητήσει μάλιστα με πολιτικούς του φίλους στο Παρίσι. Καθώς η εποχή απαιτούσε τη σηματοδότηση του νέου, επέλεξε να μην προχωρήσει στην αναβίωση της ΕΡΕ που ήταν συνδεδεμένη με το όχι και τόσο ευχάριστο παρελθόν. Συνδέθηκε μεν εκ νέου με παλαιούς συνεργάτες του, αλλά ήθελε να διευρύνει το χώρο προς νέες πιο ριζοσπαστικές δυνάμεις. Είχε όμως στο πίσω μέρος του μυαλού του τη μεταπήδηση στην Προεδρία της Δημοκρατίας, όπου και εξελέγη πρώτη φορά το 1980. Αξίωμα από το οποίο παραιτήθηκε όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου, γιος του μεγάλου του πολιτικού αντιπάλου από τη δεκαετία του ‘60 Γεωργίου Παπανδρέου, πρότεινε τον ανακριτή της υπόθεσης Λαμπράκη Χρήστο Σαρτζετάκη και στο οποίο επανεξελέγη το 1990, μισό αιώνα μετά την πρώτη του εμφάνιση στην πολιτική.
http://news247.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου